La mort de l’art ou la mutation de la notion d’œuvre
Part of : Χρονικά αισθητικής : ετήσιον δελτίον της Ελληνικής Εταιρείας Αισθητικής ; Vol.ΙΑ-ΙΒ, No.1, 1972, pages 72-83
Issue:
Pages:
72-83
Parallel Title:
Ο θάνατος της τέχνης ή η μεταβολή της έννοιας του έργου
Author:
Abstract:
Τό έργο τέχνης, μέ τό νά γίνη χάρη στά «φανταστικά μουσεία» καί τά μέσα μαζικής ένημερώσεως (mass media), άντικείμενο τρεχούσης καταναλώσεως, έχασε τήν αισθητική του ιερότητα καί τήν άμεση index sui άποκαλυπτική δύναμή του. 'Η καλλιτεχνική εργασία, αμφισβητούμενη ήδη σαν έκ προθέσεως παραγωγή τοϋ 'Ωραίου, άμφισβητεΐται τώρα καί σάν παραγωγή αισθητικών άντικειμένων. 'Η κατάλυση τών Καλών Τεχνών, πού έγινε πρόγραμμα διαφόρων διαδοχικών πρωτοποριών, άποβλέπει στήν άπομυθοποίηση, ανόχι στήν καταστροφή τής παραδοσιακής ιδεολογίας τών άξιών πού συνδέονται μέ τήν ιδέα τοϋ έργου, άξιών ήθικών, αισθητικών καί άξιών εμπορικών.Ήδη όμως τό κίνημα τών Dada δεν έθεώρησε τήν τέχνη σά μιά περιπέτεια τοϋ άπελευθερωμένου άνθρώπου; ’Αλλά αύτό είναι γνωστό άπό τότε πού τό Dada άπετέλεσε σχολή. Τά ντανταϊστικά έργα έχουν περισυλλέγει καί έκτιμώνται σάν έργα τέχνης. 'Η τέχνη άντι-τέχνη έξακολουθεϊ πάντοτε να παράγη έργα. Καί κάνουν πάντοτε έτσι σάν αυτά νά ήσαν τά καλύτερα έργα, ωσάν ή καλλιτεχνική άξια να βρισκόταν πάντα μέσα στα έργα αυτάκαί άποκαλύπτεται μόνο μ’ αύτά. «"Οταν άνακάλυψα τά «έτοιμα» (readymade), έλεγε ό Marcel Duchamp, ήλπιζα νά αποθαρρύνω το καρναβάλι του αισθητισμού. ’Αλλά οί νεο-ντανταϊσταί χρησιμοποιούν τά «έτοιμα» για ν’ άνακαλύψουν σ’ αύτά μιά αισθητική άξια. Τούς έρριξα γιά πρόκληση στο κεφάλι τή φιαλοθήκη καί το ουροδοχείο, καί νά πού θαυμάζουν τήν αισθητική τους ομορφιά».Ή τέχνη, σάν εκφραστική μορφή τής άνθρώπινης παραγωγικότητος, σαν «έν τή πράξει» εγκαθίδρυση ένύς ΐδιάζοντος τρόπου έκφράσεως καί επικοινωνίας, θέλει σήμερα νά έξορκίση τον φετιχισμύ του άντικειμένου τέχνης καί νά καταγγείλη το έργο σάν φενάκη.Μήπως όμως δεν έχομε εδώ μιά καινούργια ψευδαίσθηση, όμοια μέ της περιστεράς του Κάντ όταν φαντάζεται, πετώντας στον άέρα κι’ αισθανόμενη τήν άντίστασή του, παρά τήν έλευθερία της γιά πέταγμα, ότι θά πετοΰσε πολύ καλύτερα στο κενό; 'Ο καλλιτέχνης, όμοιος μέ τήν περιστερά, στο πάθος του να προχωρή πάντα πιο μακρυά, δεν διακινδυνεύει νά πέση στο άπατηλύ κενό τής καθαρής δημιουργικότητας, φανταζόμενος ότι φτάνει στήν ’ίδια την ούσία τής τέχνης, μέ τήν εξαΰλωση τής τέχνης;Οπωσδήποτε ή γενικευμένη άπόπειρα εναντίον τής ιδέας του έργου, καταλήγει στο νά ξεπεραστή ή «οντότητα ώς κατασκευή» — Werksein —, των έργων, ή άκόμη, μέ άλλα λόγια, στύ ν’ άμφισβητηθή τόσο ή ιδέα της τέχνης σάν παραγωγή άντικειμένων, όσο καί ή όντολογική θέση του έργου σαν πράγματος δημιουργημένου άπύ τήν τέχνη, αντικειμένου γεννημένου άπό την τέχνη. 'Η σημερινή τέχνη έχει καταστή, κατά κάποιον τρόπο, ή έξερεύνηση αύτής ταύτης τής πράξης, πού άποτελεΐ τή μορφή καί τήν έννοιά της.Αλλά, μήπως έτσι, ό φετιχισμύς του έργου τής τέχνης — μέ τήν έννοια του «άντικειμένου» (Gegenstand), κι’ οχι μόνο μέ τήν έννοια του άντικειμένου καταναλώσεως—έχει άποτραπεΐ; Καί έχει άπομυθοποιηθεΐ ή δημιουργική δύναμη του καλλιτέχνη; Τί άπομένει από τήν τέχνη, άν ή τέχνη δεν μπορεί πιά νά θεωρηθή σάν μιά «δυνατότητα κατασκευής» (pouvoir-faire).Αυτό πού άπομένει, είναι ή δημιουργική χαρά, ή δύναμη τής φαντασίας, ή σημαίνουσα πρόθεση, ένας κάποιος τρόπος τού νά ζής, νά αισθάνεσαι, νά εκφράζεσαι, νά συναντάς τον κόσμο.Μόνον πού, όσο κι’ άν βάλουμε σέ παρένθεση συνοπτικά καί ταυτόχρονα, αύτά στο όποιο το έργο άναφέρεται — δηλαδή τον πραγματικό ή τον ιδανικό κόσμο, πού θά είχε τό έργο σάν μέτρο —, τό ΐδιο τό έργο, ή εικόνα, ή άνθρώπινη εργασία τής κατασκευής, ή τεχνική εύφυΐα, τό κάλλος, δέν καταλήγουν άραγε νά σκοτώσουν ομαδικά καί τήν άναφορικότητα «Τέχνη», καί τά σύστοιχα άντικείμενά της, τον ’ίδιο τόν στόχο της καί ο,τι επιδιώκει, καί πού μόνη αύτή «σκοπεύει» άνάμεσα σ’ όλες τίς άνθρώπινες δραστηριότητες.Στο κάτω-κάτω, ό,τι καί νά κάνη κανείς δεν είναι δυνατόν νά φανταστή ένα έργο που νά μήν είναι ένα υλικό ίχνος μέσα στο χώρο μιας εμπειρίας άξιοποιημένης γιά τον εαυτό της. 'Η άρνηση του έργου, γιά νά κοινοποιηθησάν άρνηση πρέπει πάλι νά πραγματωθή σάν έργο. Κι αν το έργο δεν είναι σήμερα επιστέγασμα μιάς σημασίας που έχει γίνει «πράγμα», παραμένει πάντοτε το τέρμα μιάς παραγωγής: το τέρμα στο όποιο τείνει αυτή ή διαδικασία (terminus ad quem), πού επιδιώκει νά προκαλέση εντύπωση στον άλλο, πραγματικό ή ιδεατό μάρτυρα, έσωτερικευμένο ή όχι, σε σχέση με τόν όποιο μετριέται το έργο' καί ή αφετηρία (terminus a quo) μιάς καταναλώσεως, πού είναι, αυτή ή ΐδια, μιά διαδικασία άναγνωρίσεως, άναφερόμενη καί στηριζόμενη σε μιά διαδικασία ερμηνευτική ένός νοήματος, έστω κι’ αν είναι μια ερμηνευτική χωρίς τέλος καί χωρίς έσχατη τελικότητα.
Subject:
Subject (LC):