Icônes portatives de la deuxième moitié du XIVe siècle au monastère de la Grande Lavra au Mont Athos
Part of : Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας ; Vol.43, 2004, pages 25-36
Issue:
Pages:
25-36
Parallel Title:
Φορητές εικόνες του δεύτερου μισού του 14ου αιώνα στη μονή Μεγίστης Λαύρας Αγίου Όρους
Section Title:
Articles
Abstract:
Στο άρθρο αυτό παρουσιάζονται πέντε εικόνες του δεύτερου μισού του 14ου αιώνα, οι οποίες αποτελούν έργα παραγωγής εργαστηρίων των μεγάλων κέντρων της αυτοκρατορίας, της Κωνσταντινούπολης και της Θεσσαλονίκης, κατά το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα. Πρόκειται για εικόνες του αγίου Γεωργίου (περί το 1360-1370), του αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη (τρίτο τέταρτο του 14ου αι.), της Παναγίας του Ευαγγελισμού (τελευταίο τέταρτο του Μου αι.), ενός βημοθύρου με τον Ευαγγελισμό (τελευταίο τέταρτο του Μου αι.) και μιας εικόνας του Χριστού Παντοκράτορος (τρίτο τέταρτο του Μου αι.). Στην εικόνα του αγίου Γεωργίου (Εικ. 1) η ζωγραφική σύλληψη της μορφής με το διάχυτο φως και τη λεπτή επεξεργασία των γραμμικών φώτων, που αποδίδουν με μαλακότητα τη σάρκα, όπως και το ευγενικό με τη διάχυτη μελαγχολία πρόσωπο, συνδέουν την εικόνα με καλλιτεχνικούς τρόπους της Πρωτεύουσας. Η υψηλή καλλιτεχνική ποιότητα του έργου, με την αβρότητα της ζωγραφικής -αυλικού χαρακτήρα- κατατάσσουν την εικόνα της Λαύρας στα αριστουργήματα της τέχνης των Παλαιολόγων κατά το τρίτο τέταρτο του Μου αιώνα. Στην εικόνα του αγίου Αθανασίου (Εικ. 2 και 3) τα φυσιογνωμικά και τεχνικά χαρακτηριστικά, που έχουν την καταγωγή τους στην τέχνη του πρώτου τετάρτου του 14ου αιώνα, αναγνωρίζονται σε έργα του τρίτου τετάρτου του 14ου αιώνα και εντάσσουν την εικόνα στην καλλιτεχνική δραστηριότητα εργαστηρίων της Θεσσαλονίκης την περίοδο αυτή. Η Παναγία του Ευαγγελισμού (Εικ. 4 και 5), με το ψηλό, ρωμαλέο, πλατύ σώμα που καταλήγει σε μικρό κεφάλι, την κλειστή φόρμα της στάσης που συμπορεύεται με τη μελαγχολική διάθεση στην έκφραση του προσώπου και την ένταση του φωτισμού, εντάσσεται στην παραγωγή εργαστηρίων πιθανότατα της Πρωτεύουσας, στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα και ίσως στο τελευταίο τέταρτο. Στα βημόθυρα, τα ραδινά σώματα των μορφών του Ευαγγελισμού (Εικ. 6), η σκληρή πτυχολογία με τα έντονα φωτεινά επίπεδα στο ρούχο του αρχαγγέλου, όπως και η τεχνική του σκιοφωτισμού στο πρόσωπο της Παναγίας (Εικ. 8), κατατάσσουν τα βημόθυρα της Λαύρας στο τελευταίο τέταρτο του 14ου αιώνα και τα συνδέουν με έργα -τοιχογραφίες και εικόνες- εργαστηρίων που εξαρτώνται από τις καλλιτεχνικές τάσεις της Πρωτεύουσας την περίοδο αυτή. Η εικόνα του Χριστού Παντοκράτορος (Εικ. 9), με βάση αρχειακά στοιχεία της μονής της Μεγίστης Λαύρας, συγκαταλέγεται, σύμφωνα με την άποψη που διατύπωσε η Κ. Λοβέρδου-Τσιγαρίδα, ανάμεσα στα κειμήλια της μονής της Παναγίας Γαβαλιώτισσας στην Έδεσσα, της οποίας κτήτωρ υπήρξε ο Θωμάς Πρεάλιμπος, δεσπότης της Ηπείρου, και η οποία χρονολογείται στο 1360-1366. Από καλλιτεχνική άποψη το τραχύ πρόσωπο, με τον εντυπωσιακό, γραμμικό φωτισμό και την αποφυγή ωραιοποίησης, εντάσσει την εικόνα στην αντικλασική τάση του δεύτερου μισού του Μου αιώνα και τη συνδέει με έργα εργαστηρίων της Θεσσαλονίκης, όπως είναι ο Χριστός Παντοκράτωρ σε αμφιπρόσωπη εικόνα του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών και ο Χριστός Παντοκράτωρ στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού της Θεσσαλονίκης.
Subject:
Subject (LC):